Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

άφυσον, το

         
carminative

         

Ερμηνεία:

Φάρμακο ή ουσία που ανακουφίζει από τον τυμπανισμό. Τα άφυσα βότανα βελτιώνουν την πέψη, προλαβαίνουν το σχηματισμό αερίων στο έντερο και απομακρύνουν τα αέρια από το γαστρεντερικό σωλήνα. Τα άφυσα μετριάζουν τον εντερικό περισταλτισμό, τις κράμπες και τους σπασμούς, διεγείρουν τη ροή της χολής, π.χ. η κανέλλα, πιπερόρριζα, θυμάρι, ρίγανη, βασιλικός, κ.α.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Carminative property of peppermint in magnesium trisilicate mixture, BP.Robson NJ.Anaesthesia. 1987 Jul;42(7):776-7. 

The action of a carminative on the lower esophageal sphincter.Sigmund CJ, McNally EF.Gastroenterology. 1969 Jan;56(1):13-8.

The Development and Application of Novel IR and NMR-Based Model for the Evaluation of Carminative Effect of Artemisia judaica L. Essential Oil.Alzweiri M, Alrawashdeh IM, Bardaweel SK.Int J Anal Chem. 2014;2014:627038. 



Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Φαρμακολογία: